ing - act of , ed (ed)(d)(t) - past tense, s, es - plural, er - one who or more, est - most, en - made of, y and full - full of, ly - like, ness - quality, less - without, ment - result,

Concept 4 Suffixes

Κατάταξη

Οπτικό στυλ

Επιλογές

Αλλαγή προτύπου

Επαναφορά αυτόματα αποθηκευμένου: ;