-ed /ed/: stranded, rooted, demanded, defeated, painted, lifted, -ed /d/: played, smelled, filmed, ganged , happened, opened, -ed /t/: stomped, crunched , crashed, swished, splashed, thanked,

Κατάταξη

Οπτικό στυλ

Επιλογές

Αλλαγή προτύπου

Επαναφορά αυτόματα αποθηκευμένου: ;